υποπράκτορας

υποπράκτορας
ο / ὑποπράκτωρ, -ορος, ΝΜ
νεοελλ.
1. διευθυντής υποπρακτορείου
2. υποδιευθυντής πρακτορείου
μσν.
αυτός που τελεί υπό τον πράκτορα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)-* + πράκτωρ, -ορος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Βεγλερής, Γεώργιος — (Κωνσταντινούπολη 1850 – 1923). Λόγιος και συγγραφέας. Έγραψε πολλά έργα, στα ρωσικά και στα ελληνικά, από τα οποία τα πιο γνωστά είναι τρεις μελέτες που τιτλοφορούνται Πορφυρός Κώδιξ, Περί του μολυβδοβούλλου Δαυίδ του Κομνηνού της Τραπεζούντος… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”